Σχετικά με το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ και την πολιτική του ελληνικού κράτους

 

Στις 18 Μάη συνεδρίασε στις Βρυξέλλες στη διευρυμένη του μορφή το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ (FAC), υπεύθυνο για τη χάραξη της εξωτερικής, εμπορικής, “αμυντικής” και αναπτυξιακής πολιτικής της Ένωσης. Με την παρουσία του γ.γ. του ΝΑΤΟ, Γιενς Στόλτενμπεργκ, το Συμβούλιο εξέτασε την παραπέρα σύσφιξη των σχέσεων της ΕΕ με το ΝΑΤΟ και τη συνεργασία τους στην ιμπεριαλιστική διείσδυση στη Συρία, το Ιράκ, την Ουκρανία κλπ. Αποφασίστηκε επιπλέον η δημιουργία μιας ναυτικής στρατιωτικής δύναμης στη Μεσόγειο (EUNANFOR MED), με επιχειρησιακή έδρα τη Ρώμη και πρόσχημα την καταπολέμηση του δουλεμπορίου. Το συμβούλιο αποφάσισε την ανάληψη στρατιωτικής δράσης για την καταστροφή δουλεμπορικών σκαφών πριν τη χρήση τους, αλλά μια αποστροφή του λόγου του γ.γ. του ΝΑΤΟ δείχνει και τις πραγματικές προθέσεις που έχουν για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες: «μπορεί να υπάρχουν ξένοι μαχητές, μπορεί να υπάρχουν τρομοκράτες που κρύβονται ανάμεσα στους πρόσφυγες». Πραγματικός σκοπός φυσικά, δεν είναι η προστασία των μεταναστών και των προσφύγων, που αποτελούν θύματα της ίδιας της πολιτικής βίαιης φτωχοποίησης και πολεμικών επενδύσεων των “προστατών” τους, αλλά ο έλεγχος των πλουτοπαραγωγικών πηγών, των πρώτων υλών και των ενεργειακών ροών στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.

Μέσα στο πλαίσιο αυτό, η ελληνική αστική τάξη και το κράτος της αναζητούν νέα πεδία κερδοφορίας, προσπαθώντας να πλασαριστούν με ευνοϊκότερους όρους στο μοίρασμα της πίτας. Έχοντας σα διαπραγματευτικό χαρτί την ειδική γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προσπαθεί να χωθεί βαθύτερα και να παίξει ενεργότερο ρόλο στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς. Ο Πάνος Καμμένος απευθυνόμενος στον γ.γ. του ΝΑΤΟ όχι μόνο πρότεινε τη συνέχιση της επιχείρησης EUNAVFOR ATALANTA στο Κέρας της Αφρικής, με πρόσχημα τη βελτίωση της ασφάλειας των θαλάσσιων εμπορικών οδών και την καταπολέμηση της πειρατείας, αλλά προχωρώντας ακόμα περισσότερο τάχθηκε υπέρ της σύσφιξης των ευρωατλαντικών σχέσεων: “με στόχο τον περιορισμό του εξτρεμισμού, του φονταμενταλισμού, του αλυτρωτισμού και των εθνικιστικών ιδεών που αποσταθεροποιούν την περιοχή των Βαλκανίων”. Και σε ένα κρεσέντο ισλαμοφοβίας συμπλήρωσε:  «ο επόμενος εφιάλτης για την Ευρώπη θα είναι: η τρομοκρατία των τζιχαντιστών που ήδη γεννιέται μέσα στους κόλπους της ευρωπαϊκής οικογένειας και απαιτεί άμεσες λύσεις. Η παράνομη διακίνηση ανθρώπων από τις περιοχές της Βορείου Αφρικής και της Μέσης Ανατολής προς τον ευρωπαϊκό χώρο και ειδικά των νοτίων χωρών της ΕΕ (…) Η πιθανή εκμετάλλευση των πραγματικών ή φανταστικών μειονοτήτων από τρίτους».

Δυο μέρες αργότερα ο υπουργός άμυνας επισκεπτόμενος στην Ουάσιγκτον την υφυπουργό Άμυνας των ΗΠΑ, Κριστίν Γουόρμουθ, επανέλαβε τις δηλώσεις πλήρους ταύτισης του ελληνικού κράτους με τον “πόλεμο ενάντια στην τρομοκρατία” των ΗΠΑ και πρότεινε εκ νέου την αναβάθμιση της νατοϊκής βάσης στη Σούδα και τη δημιουργία μιας νέας βάσης στην Κάρπαθο, όπου πιθανότατα θα σταθμεύσουν αμερικάνικα drones (μη επανδρωμένα αεροσκάφη).

Τέσσερις μέρες αργότερα, στις 22 Μαΐου κατατέθηκε στην αρμόδια επιτροπή στη Βουλή το «Μνημόνιο Συναντίληψης μεταξύ του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Υπουργείου Άμυνας της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας» που προβλέπει σειρά διευκολύνσεων για την μεταφορά υλικών και στρατευμάτων καθώς και την ίδρυση Πολυεθνικού Συντονιστικού Κέντρου Στρατηγικών Θαλάσσιων Μεταφορών (AMCC). Το Αρ.2 της σύμβασης δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνείας για τα ευρωατλαντικά συμφέροντα που εξυπηρετεί: «Στόχος του παρόντος Μνημονίου Συναντίληψης, είναι να καθορισθούν οι παρεχόμενες από το AMCC υπηρεσίες, προκειμένου να βοηθηθεί η Δημοκρατία της Βουλγαρίας στην επίλυση των ελλείψεών της σε στρατηγικές μεταφορές, με ιδιαίτερη μέριμνα για τις ελλείψεις που προκύπτουν από την ανάγκη ταχείας ανάπτυξης δυνάμεων σε επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ, της Ε.Ε ή άλλων πολυεθνικών φορέων, οι οποίες διεξάγονται κατόπιν εντολής των Ηνωμένων Εθνών ή/και σε ασκήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης-ΝΑΤΟ».

Είναι προφανές πως η ελληνική αστική τάξη και οι εκάστοτε κυβερνήσεις, δεν είναι αθώες του αίματος. Σε μια συγκεκριμένη ιδιαίτερα δύσκολη συνθήκη για τον ελληνικό εθνοκρατικό σχηματισμό, με ένα κρατικό χρέος να φτάνει σύμφωνα με τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους στα 313 περίπου δις (κατά κύριο λόγο σε διακρατικούς μηχανισμούς: 131 δις στο ταμείο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας EFSF, 20 δις στην ΕΚΤ, 21 δις στο ΔΝΤ, 7 δις στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και 53 δις σε άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ), με δυσβάσταχτες δανειακές συμβάσεις που συνοδεύονται από αντικοινωνικά μέτρα εσωτερικής υποτίμησης και με τη δαμόκλειο σπάθη της χρεοκοπίας να επικρέμεται εν μέσω κρίσιμων eurogroup, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ επιλέγει να βαθαίνει τη σύνδεσή της με τους ιμπεριαλιστικούς σχηματισμούς, αυξάνοντας την έκθεση της Ελλάδας στο ενδεχόμενο εμπλοκής σε μια γενικευμένη ή περιορισμένη πολεμική σύρραξη. Η συγκυβέρνηση δίνει τα ρέστα της ώστε να κρατηθεί το ελληνικό κράτος δεμένο στο άρμα του ευρωατλαντικού ιμπεριαλισμού, για να εξυπηρετηθεί η κερδοφορία του κεφαλαίου εις βάρος των προλεταριακών-λαϊκών συμφερόντων.

Η ρήξη με τον ιμπεριαλισμό είναι αδιαίρετη με τη ρήξη με την εγχώρια αστική τάξη και το κράτος της, ακριβώς επειδή το ελληνικό κεφάλαιο ακολουθεί τη στρατηγική επιλογή πρόσδεσης με την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Μονάχα η συγκρότηση ενός πραγματικά διεθνιστικού αντικαπιταλιστικού-αντιιμπεριαλιστικού μετώπου μπορεί να εξυπηρετήσει τα προλεταριακά- λαϊκά συμφέροντα. Μονάχα η οργάνωση της τάξης μας και η αντεπίθεση απέναντι σε εγχώριο και διεθνές κεφάλαιο με σκοπό την κοινωνική επανάσταση, εδώ μα και παντού, μπορεί να αποτελέσει τη μοναδική αξιόπιστη απάντηση απέναντι στη σύγχρονη βαρβαρότητα του καπιταλισμού. Μέχρι τον κομμουνισμό και την αναρχία!

Συνέλευση αναρχικών κομμουνιστών για την ταξική αντεπίθεση ενάντια στην ΕΕ

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *